Ραδιοϊσοτοπικές τεχνικές εκτίμησης καρδιολογικών παθήσεων

Ραδιοϊσοτοπικές τεχνικές εκτίμησης καρδιολογικών παθήσεων (σπινθηρογράφημα μυοκαρδίου – SPECT, τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων – PET)

Οι ραδιοϊσοτοπικές τεχνικές εκτίμησης καρδιολογικών παθήσεων περιλαμβάνουν: το σπινθηρογράφημα μυοκαρδίου με τεχνήτιο (99m-Tc SPECT) για την εκτίμηση της μυοκαρδιακής αιμάτωσης, το οστικό σπινθηρογράφημα με οστικό ανιχνευτή 99m-Tc-DPD για την εκτίμηση παρουσίας αμυλοείδωσης από τρανσθυρετίνη και την τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων (PET) για εκτίμηση της μυοκαρδιακής αιμάτωσης, της βιωσιμότητας μυοκαρδίου και της καρδιακής φλεγμονής (σαρκοείδωση, ενδοκαρδίτιδα).

1) Σπινθηρογράφημα μυοκαρδίου με τεχνήτιο (99m-TcSPECT): 

Με το σπινθηρογράφημα μυοκαρδίου ελέγχεται η αιμάτωση του μυοκαρδίου και έμμεσα εξάγονται συμπεράσματα για την κατάσταση των στεφανιαίων αγγείων.

Προετοιμασία: Μετά από επικοινωνία με τον θεράποντα καρδιολόγο, ο ασθενής θα πρέπει να έχει διακόψει φάρμακα όπως β-αναστολείς και νιτρώδη τουλάχιστον 24 ώρες πριν από την εξέταση. Επίσης, θα πρέπει να αποφευχθεί η κατανάλωση καφέ ή ποτών που περιέχουν καφεΐνη (coca-cola, τσάι) τουλάχιστον 12 ώρες πριν από την εξέταση. Το πρωί της εξέτασης ο ασθενής θα πρέπει να μείνει νηστικός.

Τεχνική: Η διαδικασία εκτέλεσης ενός σπινθηρογραφήματος μυοκαρδίου περιλαμβάνει αρχικά την πραγματοποίηση δοκιμασίας κόπωσης («στρες»). Η φυσική κόπωση περιλαμβάνει την απλή δοκιμασία κόπωσης σε κυλιόμενο τάπητα.

Εναλλακτικά, η δοκιμασία κόπωσης μπορεί να γίνει με τη βοήθεια ειδικών φαρμακευτικών ουσιών (αδενοσίνη, ρεγαδενοσόνη ή δοβουταμίνη). Προτιμάται σε ασθενείς που είτε δεν μπορούν να ασκηθούν (ηλικιωμένοι, με κινητικά προβλήματα) είτε εμφανίζουν συγκεκριμένες διαταραχές στο ηλεκτροκαρδιογράφημα που δεν επιτρέπουν την εκτίμησή του κατά τη διενέργεια της φυσικής κόπωσης.

Κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας υπάρχει συνεχής παρακολούθηση του ηλεκτροκαρδιογραφήματος και συχνή μέτρηση της αρτηριακής πιέσεως. Την κατάλληλη χρονική στιγμή χορηγείται μικρή ποσότητα ραδιενεργού ουσίας (ραδιοϊσότοπο) στο σώμα μέσα από έναν φλεβοκαθετήρα. Στη συνέχεια, ο ασθενής ξαπλώνει κάτω από μια ειδική κάμερα (γ-κάμερα) και μέσα σε 10 με 20 λεπτά λαμβάνονται οι πρώτες εικόνες (του στρες). Μεσολαβεί ένα διάλλειμα περίπου μίας ώρας και γίνεται επαναχορήγηση ραδιοϊσότοπου προκειμένου να εκτιμηθούν οι εικόνες που αντιστοιχούν σε κατάσταση ηρεμίας. Εναλλακτικά, αν οι εικόνες του στρες είναι φυσιολογικές, μπορεί να παραληφθεί το δεύτερο μέρος της εξέτασης, μειώνοντας σημαντικά έτσι την έκθεση του ασθενούς σε ακτινοβολία.

Εκτίμηση των εικόνων: Αν μια περιοχή του μυοκαρδίου δεν προσλαμβάνει ραδιοϊσότοπο τόσο στο στρες όσο και στην ηρεμία, τότε αντιστοιχεί σε ουλή, δηλαδή πιθανότατα παλιό έμφραγμα μυοκαρδίου. Αν το έλλειμμα αιμάτωσης στο στρες αποκαθίσταται στην ηρεμία, τότε αντιστοιχεί πιθανότατα σε περιοχή μυοκαρδιακής ισχαιμίας λόγω στένωσης κάποιου στεφανιαίου αγγείου.

2) Σπινθηρογράφημα με οστικό ανιχνευτή 99m-Tc-DPD για την εκτίμηση παρουσίας αμυλοείδωσης από τρανσθυρετίνη 

Το ολόσωμο σπινθηρογράφημα με οστικούς ανιχνευτές (99m-Tc-DPD, 99mTc-3,3-diphosphono-1,2-pyrophosphate) είναι μια απλή τεχνική για την ανίχνευση παρουσίας καρδιακής αμυλοείδωσης από τρανσθυρετίνη (ATTR-amyloidosis).

Υπόβαθρο: Η αμυλοείδωση από τρανσθυρετίνη είναι μια πάθηση που εμφανίζεται συχνά σε ηλικιωμένα άτομα με κατά τα άλλα ανεξήγητη πάχυνση των τοιχωμάτων της αριστερής κοιλίας της καρδιάς. Η πάχυνση αυτή οφείλεται στην εναπόθεση ινιδίων αμυλοειδούς στον καρδιακό μυ. Με κάποιον -ανεξήγητο ως τώρα- μηχανισμό, η καρδιά που έχει προσβληθεί από ATTR αμυλοείδωση προσλαμβάνει έντονα τα οστικά ραδιοϊσότοπα.

Τεχνική: Η πραγματοποίηση της εξέτασης δεν απαιτεί κάποια ιδιαίτερη προετοιμασία από τον ασθενή. Μετά τη χορήγηση του ραδιοϊσότοπου λαμβάνονται εικόνες άμεσα και μετά τρεις ώρες. Οι δεύτερες εξ αυτών εκτιμώνται για αυξημένη καρδιακή πρόσληψη του ραδιοφαρμάκου. Στην περίπτωση αυτή τίθεται η διάγνωση αμυλοείδωσης από τρανσθυρετίνη μεγάλη ακρίβεια.

3) Tομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων (PET) για εκτίμηση μυοκαρδιακής αιμάτωσης και βιωσιμότητας

To PET μυοκαρδιακής αιμάτωσης εμφανίζει πολλά κοινά με το σπινθηρογράφημα αιματώσεως μυοκαρδίου. Μια βασική διαφορά είναι ότι ο ασθενής υποβάλλεται και σε αξονική τομογραφία θώρακα προκειμένου να γίνει ακριβής διόρθωση της δραστηριότητας του ισοτόπου με την ανατομία. Και εδώ λαμβάνονται εικόνες τόσο σε ηρεμία όσο και σε στρες (κόπωση) μετά τη χορήγηση ραδιοφαρμάκου. Τα ραδιοφάρμακα που χρησιμοποιούνται συνήθως είναι παράγωγα αμμωνίας, ρουβιδίου ή σπανιότερα νερού. Στο PET πραγματοποιείται μόνο φαρμακευτική και όχι φυσική κόπωση. Σημαντική είναι η αποχή από καφέ και ροφήματα που περιέχουν καφεΐνη για 12 ώρες πριν από την εξέταση.

Τα βασικά πλεονεκτήματα του PET μυοκαρδιακής αιματώσεως έναντι του απλού σπινθηρογραφήματος είναι τα ακόλουθα:
• Η δόση της ακτινοβολίας είναι τουλάχιστον 5 φορές μικρότερη.
• Η ποιότητα των εικόνων είναι καλύτερη και κατά συνέπεια η διαγνωστική ακρίβεια υψηλότερη.
• Με το PET καρδιάς δύνανται να εκτιμηθούν και οι μυοκαρδιακές ροές παρέχοντας επιπλέον σημαντικές διαγνωστικές και προγνωστικές πληροφορίες τόσο για την κατάσταση των στεφανιαίων αγγείων όσο και της μικροκυκλοφορίας.

Το PET καρδιάς εμφανίζει επίσης μεγάλη ακρίβεια στην εκτίμηση βιωσιμότητας μιας ουλής. Η εκτίμηση βιωσίμοτητας ενός τμήματος μυοκαρδίου (δηλαδή αν υπάρχουν ακόμα ζωντανά μυοκύτταρα εντός της ουλής) είναι συχνά απαραίτητη στην κλινική πράξη προκειμένου να αποφασιστεί είτε μια επέμβαση αγγειοπλαστικής είτε (συχνότερα) αορτοστεφανιαίας παράκαμψης (by-pass).

Για την εκτίμηση της βιωσιμότητας χρησιμοποιείται ένας ραδιο-ανιχνευτής βασιζόμενoς στη γλυκόζη (18F- Fluorodeoxyglucose, FDG). Μετά τη χορήγηση στον ασθενή πόσιμου διαλύματος γλυκόζης λαμβάνονται 60-90 λεπτά αργότερα οι εικόνες στην ειδική κάμερα. Η πρόσληψη ραδιοφαρμάκου στην περιοχή που εμφανιζόταν ως ουλή στην εξέταση αιμάτωσης αποδεικνύει τη βιωσιμότητα αυτού του τμήματος του μυοκαρδίου.

4) Tομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων (PET) για εκτίμηση φλεγμονής (σαρκοείδωση, ενδοκαρδίτιδα) 

Οι περιοχές φλεγμονής ή λοίμωξης εμφανίζουν έντονο μεταβολισμό γλυκόζης. Σε αυτήν την αρχή βασίζεται και το PET για την εκτίμηση περιοχών είτε αυξημένης φλεγμονής στο μυοκάρδιο (όπως στη σαρκοείδωση) είτε λοίμωξης προσθετικών βαλβίδων (ενδοκαρδίτιδα). Το ραδιοϊσότοπο που χορηγείται σε αυτήν την περίπτωση βασίζεται στη γλυκόζη (18F- Fluorodeoxyglucose, FDG).

Προετοιμασία: Ιδιαίτερη σημασία για την εξέταση αυτή είναι η κατάλληλη προετοιμασία του ασθενούς. Σε αντίθεση με την εξέταση μυοκαρδιακής βιωσιμότητας (ανωτέρω υπό 3), ο ασθενής σε αυτή την εξέταση θα πρέπει να ακολουθήσει αυστηρά για 24 ώρες μια δίαιτα φτωχή σε υδατάνθρακες.

Τεχνική: Αρχικά ο ασθενής υποβάλλεται σε αξονική τομογραφία θώρακος προκειμένου να γίνει διόρθωση της ραδιοϊσοτοπικής δραστηριότητας με την ανατομία. Στη συνέχεια χορηγείται το ραδιοφάρμακο (ραδιοσημασμένη γλυκόζη) μαζί με μικρή δόση ηπαρίνης και ο ασθενής παραμένει σε ηρεμία (ακίνητος) για 60-90 λεπτά. Ακολούθως τοποθετείται κάτω από την ειδική κάμερα και λαμβάνονται οι εικόνες. Η διαδικασία αυτή λειτουργεί περίπου δέκα λεπτά.